/
1,317 Views0

Είναι το βίγκαν συνώνυμο του υγιεινού;

Ένα από τα βασικά επιχειρήματα των απανταχού βίγκαν–ώστε να πείσουν κι άλλους να σταματήσουν να τρώνε γαλακτοκομικά, αυγά, κόκκινο κρέας, θαλασσινά, ψάρι και κοτόπουλο- είναι ότι όταν κάποιος γίνεται βίγκαν αποκτά μία τεράστια ευκαιρία να μάθει περισσότερα για την επιστήμη της διατροφής, για το μαγείρεμα αλλά και για να κάνει ένα τεράστιο καλό στην υγεία του. Αποκλείοντας τα ζωικά προϊόντα από τη διατροφή του και τρώγοντας μόνο τροφές φυτικής προέλευσης (φρούτα, λαχανικά, όσπρια, δημητριακά, ξηρούς καρπούς κ.α.) αποτοξινώνεται, μειώνει τη χοληστερίνη του, την αρτηριακή του πίεση, την πιθανότητα να εμφανίσει κάποια είδη καρκίνου και καρδιαγγειακών προβλημάτων, αυξάνει την προοπτική της μακροζωίας του, πιθανώς και την ένδειξη της ζυγαριάς του. Ισχύει άραγε αυτό; Να γίνουμε βίγκαν ώστε να κάνουμε καλό στην υγεία μας; Η απάντηση δεν είναι ένα απλό ναι ή όχι. Αν κάποιος τρώει μόνο χόρτα, φακές, κολοκύθα και καρύδια και όλα αυτά συνοδευόμενα από έξτρα παρθένο ελαιόλαδο τότε σίγουρα κερδίζει πολλά. Άλλωστε, κάθε διατροφολόγος, οικολόγος, γιατρός, περιβαλλοντολόγος, θα μας διαβεβαιώσει ότι αν τρώμε λιγότερο κρέας και περισσότερα λαχανικά μόνο να κερδίσουμε έχουμε. Εδώ όμως έρχεται να μπει ένα μεγάλο «αλλά» και να τονίσει ότι οι βίγκαν δεν τρέφονται αποκλειστικά με σαλάτες, όσπρια και λαδερά αλλά συχνά επιλέγουν υποκατάστατα τυριού, κρέατος ή άλλα συσκευασμένα βίγκαν προϊόντα. Και τότε τα πράγματα αλλάζουν…

Όλο και περισσότερα βίγκαν τρόφιμα στην αγορά

Αλλεργικοί, δυσανεκτικοί, φιλόζωοι, υγιεινιστές, όσοι ενδιαφέρονται για το περιβάλλον ή/ και τα δικαιώματα των ζώων, αλλά και όσοι απλώς θέλουν να διευρύνουν τους διατροφικούς τους ορίζοντες εστιάζουν στη χορτοφαγία, που ξεπερνά, όπως αναφέραμε και παραπάνω, τις σαλάτες, τα όσπρια και τα κλασικά λαδερά ελληνικά πιάτα. Πλέον, στα χορτοφαγικά εδέσματα συμπεριλαμβάνονται πάρα πολλά βιομηχανοποιημένα προϊόντα, τα βρίσκουμε βέβαια κυρίως στο εξωτερικό αλλά όλο και περισσότερο έρχονται και στην Ελλάδα. Εστιατόρια, φαστφουντ, ζαχαροπλαστεία, σούπερ μάρκετ, κυρίως στην υπόλοιπη Ευρώπη (η Μεγάλη Βρετανία είναι πλέον πρωτοπόρος, παίρνοντας την πρώτη θέση που κατείχε η Γερμανία στη βίγκαν αγορά) αλλά και στην Ελλάδα, προσφέρουν όλο και περισσότερες βίγκαν επιλογές που όχι μόνο δεν περιλαμβάνουν γαλακτοκομικά και κρέας αλλά έχουν στα συστατικά τους άλλες πρώτες ύλες που μιμούνται κάθε φορά το τυρί, το κρέας, ακόμα και το αυγό…Και για του λόγου το αληθές μιλάνε τα νούμερα καθώς 1 στα 6 διατροφικά προϊόντα που λανσαρίστηκαν στη Βρετανική αγορά το 2018 έλεγαν ότι είναι βίγκαν ή ότι είναι τελείως ελεύθερα ζωικών προϊόντων. Επίσης, συνολικά, 1 στα 10 (9%) τρόφιμα που βγήκαν στην Ευρωπαϊκή αγορά το 2018 είχαν την ένδειξη βίγκαν σε αντίθεση με το 2015 που τα εν λόγω τύπου προϊόντα αντιπροσώπευαν μόνο το 5%.

Τι περιέχουν όμως τα βίγκαν προϊόντα;

Από τι είναι φτιαγμένα τα λουκάνικα, το τυρί, οι ψαροκροκέτες, οι κροκέτες κοτόπουλου, το βίγκαν αυγό ή το μπιφτέκι; Αν κάνουμε τον κόπο να ρίξουμε μία ματιά στα συστατικά όλων αυτών των τροφίμων –εκτός του ότι θα χρειαστούμε πολύ χρόνο αφού ο κατάλογος είναι πολύ μακρύς- θα συναντήσουμε πάρα πολλές άγνωστες λέξεις τις οποίες θα πρέπει να έχουμε αποφασίσει ότι θα βάλουμε, αν όχι στο λεξιλόγιό μας, στο διαιτολόγιό μας, που προφανώς είναι και σημαντικότερο στην προκειμένη περίπτωση. Την ίδια στιγμή η σόγια, οι ξηροί καρποί, δημητριακά και σπόροι όπως το τσία, η κινόα, το κεχρί, το φαγόπυρο, το κουόρν αποτελούν βασικές πηγές φυτικών πρωτεΐνών για να προσφέρουν αμινοξέα στον οργανισμό. Οι απόψεις βέβαια διίστανται και κάποιοι ισχυρίζονται ότι αν τα εν λόγω προϊόντα δεν περιέχουν πολύ αλάτι, λίπος ή ζάχαρη δεν χρειάζεται να ανησυχούμε ενώ άλλοι μας αποτρέπουν από το να βάζουμε στο στόμα μας τρόφιμα των οποίων τα συστατικά δεν μπορούμε να προφέρουμε. Σε κάθε περίπτωση αυτό που θα πρέπει να έχουμε υπόψη μας είναι ότι όλα αυτά τα τρόφιμα είναι επεξεργασμένα, όπως συμβαίνει αντίστοιχα και με τα αλλαντικά ή τα μπισκότα που αγοράζουμε από το σούπερ μάρκετ και το γεγονός ότι είναι βίγκαν δεν σημαίνει ότι είναι και υγιεινά.

Λαχανικά, φρούτα, καρποί και λίγο κρέας;

Οι εποχές αλλάζουν όμως θα πει κάποιος. Οι καταναλωτές πλέον έχουν  περισσότερη διάθεση να αφήσουν τα όσα έχουν συνηθίσει, να πειραματιστούν, να φροντίσουν την υγεία τους, να βάλουν όρια στα όσα κάνουν και να χρησιμοποιήσουν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για να ρωτήσουν, να διερευνήσουν αλλά και για ανταλλάξουν απόψεις και… συνταγές. Έτσι, εκτός από τα ποσοστά των διαφόρων ειδών χορτοφαγίας που αυξάνονται, άνθιση γνωρίζει και μία άλλη διατροφική τάση, –ειδικά στη Μεγάλη Βρετανία, που αποτελεί πρωτοπόρο σε ανάλογα κινήματα –που είναι οι «flexitarians», όρος που χρησιμοποιούν οι Αγγλοσάξονες για να περιγράψουν όσους τρέφονται κυρίως με λαχανικά αλλά τρώνε κοτόπουλο, κρέας και ψάρι σε σπάνιες περιπτώσεις. Μάλιστα οι «flexitarians» υπολογίζονται περίπου σε 22 εκατομμύρια αυτήν τη στιγμή στο Ηνωμένο Βασίλειο. Αν σκεφτούμε λίγο καλύτερα τα όσα πρεσβεύουν οι «flexitarians», θα δούμε ότι οι βασικές τους αρχές δεν διαφέρουν πολύ από τις οδηγίες της μεσογειακής διατροφής που μας προτρέπει να περιορίζουμε το κόκκινο κρέας σε Κυριακές, γιορτές και ειδικές περιστάσεις και μάλιστα να επιλέγουμε κυρίως αρνί και χοιρινό και όχι μοσχάρι, που θεωρείται το πλέον επιβαρυντικό για το περιβάλλον. Κατά κάποιο τρόπο λοιπόν οι «flexitarians» είναι οπαδοί της παραδοσιακής, ποιοτικής μεσογειακής διατροφής, όπου τρώμε κυρίως όσα παράγει η γη μας, φρέσκα και ποιοτικά και περιορίζουμε τα ζωικά προϊόντα, που προέρχονται από ζώα που γνωρίζουμε πώς έχουν τραφεί και μεγαλώσει, για σπανιότερες περιπτώσεις.

ΠΗΓΗ: περιοδικό VITA