Το γλουταμινικό μονονάτριο (MSG-monosodium glutamate) είναι το μονό νάτριο άλας του γλουταμινικού οξέος και αποτελεί ένα από τα πιο διαδεδομένα ενισχυτικά γεύσης, που χρησιμοποιούνται στη σύγχρονη βιομηχανία τροφίμων. Η ουσία αυτή αν και συντίθεατι από το σώμα και βρίσκεται σε όλα τα τρόφιμα, που περιέχουν πρωτεΐνες, λειτουργεί ως ενισχυτικό γεύσης μόνο όταν είναι στην «ελεύθερη» μορφή του και δεν είναι συνδεδεμένο με άλλα άλλα αμινοξέα, μέσα στο μόριο της πρωτεΐνης. Η ουσία έχει χαρακτηριστεί από διεθνείς οργανισμούς όπως ο FDA, o WHO και η Επιστημονική Επιτροπη Τροφίμων της ΕΕ ως ασφαλής, τόσο για ενήλικες, όσο και για παιδιά, αν και κατά καιρούς έχει συνδεθεί με συμπτώματα όπως αίσθημα θερμότητας ή πόνους στο στήθος-περιγράφονται ως το «σύνδρομο του κινεζικου εστιατορίου», επειδή χρησιμοποιούνται συχνά στην μαγειρική του κινέζικου φαγητού.
Μελέτη που δημοσιεύτηκε στο Obesity με τίτλό «MSG Use Linked to Obesity» από UNC και αφορούσε 750 Κινέζους άντρες και γυναίκες, 40-59 ετών, χωρισμένους σε τρεις ομάδες ανάλογα με το ύψος της κατανάλωσης MSG, έδειξε πως η υψηλή και συχνή κατανάλωση της ουσίας, μέσα από την προσθήκη της κατά το μαγείρεμα (συχνή διαδικασία στην παρασκευή του κινέζικου φαγητού), συνδέεται με την αύξηση της παχυσαρκίας. Αν και παλιότερες μελέτες είχαν δείξει αυτή τη σχέση σε πειραματόζωα, αυτή η μελέτη είναι η πρώτη που την αποδεικνύει και σε ανθρώπους. Βρέθηκε λοιπόν ότι ανάμεσα στις τρεις ομάδες, όσοι ανήκαν στην ομάδα με την υψηλότερη κατανάλωση του γλουταμινικού μονονατρίου, είχαν 3 φορές μεγαλύτερη πιθανότητα για εμφάνιση υπέρβαρου, από ότι όσοι δεν το κατανάλωναν καθόλου. Το αποτέλεσμα, που ίσως προκύπτει από την μεγαλύτερη κατανάλωση όγκου τροφής, θέτει απλά το ερώτημα αν η «ασφαλής» κατά τα άλλα ουσία του γλουταμινικού μονονατρίου είναι και «υγιεινή».
Obesity (2008) 16 (8): 1875-1880