/
1,037 Views0
Διατροφή και πρωτογενής πρόληψη των καρδιαγγειακών νοσημάτων
Χάρης Δημοσθενόπουλος MMedSci. SRD
Κλινικός Διαιτολόγος-Βιολόγος
Προϊστάμενος Διαιτολογικού Τμήματος Λαϊκού Νοσοκομείου Αθηνών
 
Οι καρδιαγγειακές παθήσεις εκτιμάται ότι είναι η κύρια αιτία θνησιμότητας, στο Δυτικό κόσμο, τόσο στους άνδρες όσο και στις γυναίκες, παρά τις σημαντικές παρεμβάσεις, σε πρωτογενές και δευτερογενές επίπεδο πρόληψης. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) εκτιμά ότι περίπου το 30% των θανάτων παγκοσμίως οφείλονται ή σχετίζονται άμεσα με αυτές ενώ στην Ευρωπαϊκή Ένωση, τα καρδιαγγειακά επεισόδια προκαλούν περίπου το ήμισυ του συνόλου των θανάτων (42%) και κοστίζουν στην οικονομία της ΕΕ € 169 δισεκατομμύρια το χρόνο.
Τα καρδιαγγειακά νοσήματα αποτελούν για τις σύγχρονες κοινωνίες ιατρικό και κοινωνικό πρόβλημα, με δυσμενείς επιπτώσεις για τους πληθυσμούς και τις οικονομίες τους. Ο Π.Ο.Υ. αναφέρει ότι το 80% των πρόωρων θανάτων που σχετίζονται με καρδιαγγειακά νοσήματα και αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια μπορούν να αποφευχθούν μέσα από αλλαγές του τρόπου ζωής, την υιοθέτηση μιας πιο υγιεινής διατροφής, την ύπαρξη μιας πιο συστηματικής φυσικής δραστηριότητας και τη διακοπή του καπνίσματος.
Τις τελευταίες δεκαετίες, οι αλλαγή τρόπου ζωής, ή έξαρση των νοσημάτων που σχετίζονται με το μεταβολισμό και η υπερίσχυση του δυτικού τρόπου διατροφής έχουν οδηγήσει τη χώρα μας σε υψηλή θέση στον κατάλογο των χωρών που πλήττονται περισσότερο από την αύξηση των καρδιαγγειακών νοσημάτων.
Πιο συγκεκριμένα, και σύμφωνα με στοιχεία από το «Σχέδιο Δράσης για τα καρδιαγγειακά νοσήματα 2008-2012», την περίοδο 1970-2004, η αύξηση της θνησιμότητας στη χώρα μας έφτασε 27,8%, τη στιγμή που την ίδια περίοδο σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες εμφανίστηκε μείωση κατά ποσοστά που φτάνουν το 42%-69,3%. Επίσης αρνητικά ήταν και τα αποτελέσματα για τη θνησιμότητα από ισχαιμική καρδιοπάθεια σε άτομα κάτω των 65 ετών στην Ελλάδα το 2004, η οποία παρουσίαζε την υψηλότερη τιμή στη Δυτική Ευρώπη, και ήταν διπλάσια από την αντίστοιχη των μεσογειακών και των περισσότερων άλλων δυτικοευρωπαϊκών χωρών. Τέλος, στη χώρα μας παρουσιάζονται πλέον τα υψηλότερα επίπεδα μέσης θνησιμότητας από ισχαιμική καρδιοπάθεια, από όλες τις χώρες της Νότιας Ευρώπης.
Η πρωτογενής πρόληψη της νόσου είναι σημαντική δεδομένου ότι πρέπει να ξεκινάει από την παιδική ακόμα ηλικία, μέσα από τη διαμόρφωση κατάλληλου υγιεινοδιαιτητικού μοντέλου ζωής και διαμορφωμένης διατροφικής συμπεριφοράς.
Μελέτες αναφέρουν για παράδειγμα ότι τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της διατροφής στην παιδική ηλικία επηρεάζουν τον καρδιαγγειακό κίνδυνο στην ενήλικη ζωή. Ταυτόχρονα, επίσημα επιδημιολογικά στοιχεία δείχνουν ότι το 50% των παχύσαρκων παιδιών θα γίνουν παχύσαρκοι ενήλικες, ενώ σχετικές μελέτες σε παιδιά και σε εφήβους έχουν δείξει ότι το ενδοθήλιο και οι περιφερικές αρτηρίες είναι συχνά ήδη επηρεασμένα, από πολύ μικρή ηλικία.
H διατροφή παίζει σημαντικό ρόλο, όχι μόνο στην αντιμετώπιση των καρδιαγγειακών νοσημάτων, αλλά και στην πρόληψή τους, πριν εμφανιστούν τα πρώτα καρδιολογικά προβλήματα. Στα πλαίσια της πρωτογενούς πρόληψης, η συνολική διαιτητική αγωγή πρέπει να λαμβάνει υπ’όψη όλους τους παράγοντες κινδύνου του ασθενή και να αποβλέπει στην σταδιακή αλλαγή του καθημερινού διαιτολογίου και στην υιοθέτηση υγιεινών επιλογών. Μία ενδεδειγμένη διατροφή μπορεί να συμβάλει:
·         στη μείωση των υπερλιπιαιμιών, με αυξημένη κατανάλωση φυτικών ινών, φρούτων και λαχανικών, ωμέγα 3 λιπαρών οξέων και αποφυγή κορεσμένων και τρανς λιπαρών,
·         στη μείωση της υπέρτασης, με την υιοθέτηση των συστάσεων της δίαιτας DASH με μειωμένη κατανάλωση αλατιού, αλατισμένων και τυποποιημένων τροφίμων, την υψηλή κατανάλωση καλίου και την κατανάλωση ασαβεστίου και μαγνησίου,
·         στη ρύθμιση του σωματικού βάρους, μέσα από το αρνητικό, θερμιδικό ισοζύγιο, την καλή κατανομή των γευμάτων, την αποφυγή έτοιμου και λιπαρού φαγητού και την αποφυγή γλυκών και ζαχαρούρχων αναψυκτικών.
Ταυτόχρονα, σε συνδυασμό με την αύξηση της φυσικής δραστηριότητας και την ενδεχόμενη φαρμακευτική αγωγή, η διαιτητική αγωγή μπορεί να επιφέρει συνολική μείωση του κινδύνου ανάπτυξής καρδιαγγειακής νόσου.
Τα τελευταία χρόνια πληθαίνουν τα επιστημονικά στοιχεία σχετικά με τις προστατευτικές επιπτώσεις που μπορεί να έχει στην υγεία μας μια διατροφή με αυξημένη κατανάλωση φρούτων, λαχανικών και δημητριακών, μέτρια κατανάλωση ψαριών, τη μειωμένη πρόσληψη λιπών με έμφαση στα φυτικά έλαια, που περιέχουν χαμηλή ποσότητα κεκορεσμένων λιπαρών οξέων. Επίσης, πλήθος επιδημιολογικές μελέτες έχουν δείξει μεγάλη συσχέτιση ανάμεσα σε μικρο- και μακροθρεπτικά στοιχεία της δίαιτας και τις συνολικές διατροφικές συνήθειες, με τη μείωση εμφλάνισης κινδύνου καρδιαγγειακής νόσου (CVD).
Οι συχνότεροι παράγοντες καρδιομεταβολικού κινδύνου που πρέπει να αντιμετωπιστούν είναι:
1.      η υψηλή αρτηριακή πίεση
2.      η παχυσαρκία
3.      η υπερλιπιδαιμία
4.      ο αρρύθμιστος διαβήτης,
5.      το κάπνισμα,
6.      η υπερκατανάλωση λιπαρών, αλατιού και αλκοόλης
Έμφαση δίνεται λοιπόν σε όλους εκείνους στους παράγοντες κινδύνου , οι οποίοι μπορούν να τροποποιηθούν. Αυτοί αφορούν κυρίως τον τρόπο ζωής και τη διατήρηση των επιπέδων των λιπιδίων και της αρτηριακής πίεσης του αίματος σε φυσιολογικά επίπεδα μέσα από τη φυσική δραστηριότητα, τον έλεγχο του βάρους, την μέτρια κατανάλωση αλκοόλ, τον περιορισμό του αλατιού, την κατανάλωση φρέσκων φρούτων και λαχανικών καθώς και γαλακτοκομικών προϊόντων χαμηλής περιεκτικότητας σε λιπαρά.
Η σωστή διατροφή, σε συνδυασμό με τη σωματική δραστηριότητα αποτελεί βασικό προδιαθεσικό παράγοντα που επηρεάζει θετικά ή αρνητικά τον καρδιομεταβολικό κίνδυνο και όλους τους σχετικούς παράγοντες (επίπεδα των λιπιδίων και λιποπρωτεϊνών του αίματος, την αρτηριακή υπέρταση, το σάκχαρο αίματος, τους δείκτες φλεγμονής, θρόμβωσης και ενδοθηλιακής λειτουργίας). Μια τέτοια συνολική διατροφή, που ακολουθεί σε πολύ μεγάλο βαθμό το διατροφικό πρότυπο της Μεσογειακής διατροφής, έχει σχετιστεί με ελάττωση στη νοσηρότητα, την ολική θνητότητα, και ειδικότερα με μειωμένη θνητότητα λόγω καρδιαγγειακών παθήσεων (στοιχεία της Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας).
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
  1. Andrikopoulos, G., Pipilis, A., Goudevenos, J., Tzeis, S., Kar talis, A., Oikonomou, K., Karvounis, C., Mantas, J., Kyrpizidis, C., Gotsis, A., Paschidi, M., Tsaknakis, T., Pyrgakis, V., Manolis, A.S., Boudoulas, H., Vardas, P.E., Stefanadis, C.I. & Lekakis, J. (2007) HELIOS Study Investigators: Epidemiological characteristics, management and early outcome of acute myocardial infarction in Greece: the Hellenic Infarction Observation Study. Hellenic J Cardiol. 4, pp. 27-30.
  2. Elmer PJ, Obarzanek E, Vollmer WM, et al. Effects of comprehensive lifestyle modification on diet, weight, physical fitness, and blood pressure control: 18-month results of a randomized trial. Ann Intern Med 2006; 144:485–495.
  3. Expert Panel on Detection, Evaluation, and Treatment of High Blood Cholesterol in Adults. Executive summary of the third report of the National Cholesterol Education Program (NCEP) Expert Panel on Detection, Evaluation, and Treatment of High Blood Cholesterol in Adults (Adult Treatment Panel III). JAMA 2001; 285:2486–2497.
  4. Fung TT, Chiuve SE, McCullough ML, et al. Adherence to a DASH-style diet and risk of coronary heart disease and stroke in women. Arch Intern Med 2008; 168:713–720.
  5. Heart disease and stroke statistics. (2006) Update: a report from the American Heart Association Statistics Committee and Stroke Statistics Subcommittee. Circulation. 2006;113(6), pp. 85-151.
  6. Parikh A, Lipsitz SR, Natarajan S. Association between a DASH-like diet and mortality in adults with hypertension: findings from a population-based follow-up study. Am J Hypertens 2009; 22:409–416.
  7. Sacks FM, Svetkey LP, Vollmer WM, et al. Effects on blood pressure of reduced dietary sodium and the Dietary Approaches to Stop Hypertension (DASH) diet. N Engl J Med 2001; 344:3–10.
  8. Third Report of the National Cholesterol Education Program (NCEP). Expert Panel on Detection, Evaluation, and Treatment of High Blood Cholesterol in Adults (Adult Treatment Panel III) Final Report. Circulation 2002; 106:3143–3421.
Από τα Πρακτικά του 5ου Πανελλήνιου Συνεδρίου Καρδιομεταβολικών Παραγόντων Κινδύνου στην Κρήτη 6.2012