Η χρήση της συνεχούς παρακολούθησης γλυκόζης (CGM) μείωσε τον κίνδυνο νοσηλείας και βελτίωσε τον έλεγχο της γλυκόζης σε άτομα με διαβήτη τύπου 2, ανεξάρτητα από τη χρήση ινσουλίνης, σύμφωνα με μια πρόσφατα δημοσιευμένη μελέτη. Τα δεδομένα παρουσιάστηκαν στο Ετήσιο Συνέδριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη Μελέτη του Διαβήτη (EASD) το Σεπτέμβριο και ταυτόχρονα δημοσιεύτηκαν στο Diabetes, Obesity and Metabolism.
Η μελέτη περιλάμβανε 74.679 άτομα με διαβήτη τύπου 2 που ξεκίνησαν CGM, χωρισμένα σε τρεις ομάδες θεραπείας: 25.269 δεν χρησιμοποιούσαν ινσουλίνη, 16.264 χρησιμοποιούσαν μόνο βασική ινσουλίνη και 33.146 χρησιμοποιούσαν προγευματική και βασική ινσουλίνη. Τα δεδομένα τους αναλύθηκαν για τους 6 μήνες πριν από την πρώτη τους αξίωση CGM και για 12 μήνες μετά.
Τα πλεονεκτήματα του CGM έχουν τεκμηριωθεί για άτομα με διαβήτη τύπου 1 και για άτομα με διαβήτη τύπου 2 που χρειάζονται πολλαπλές ημερήσιες δόσεις ινσουλίνης και άλλα άτομα που διατρέχουν κίνδυνο υπογλυκαιμίας (όπως αυτά που χρησιμοποιούν σουλφονυλουρίες). Τα δεδομένα σχετικά με την επίδραση της χρήσης CGM σε άλλα άτομα με διαβήτη που δεν χρησιμοποιούν ινσουλίνη και δεν διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο υπογλυκαιμίας έχουν περιοριστεί μέχρι σήμερα σε μελέτες με μικρά μεγέθη δείγματος. Αντίθετα, αυτή η νέα μελέτη χρησιμοποίησε τα δεδομένα από 74.679 άτομα, ανέφεραν οι συγγραφείς στη μελέτη τους.
Συνολικά, παρατηρήθηκαν παρόμοιες μειώσεις στη νοσηλεία και παρόμοια οφέλη για τη μείωση της γλυκόζης από τη χρήση του CGM σε άτομα που δεν χρησιμοποιούσαν ινσουλίνη, σε άτομα που χρησιμοποιούσαν μόνο βασική ινσουλίνη και σε άτομα που χρησιμοποιούσαν πολλαπλές ημερήσιες δόσεις ινσουλίνης. “Η CGM είναι μια θεραπεία που θα εμποδίσει τους ανθρώπους να πάνε στο νοσοκομείο και θα βελτιώσει τη συνολική φροντίδα τους κατά τη νοσηλεία τους».
Υπάρχουν πιθανώς αρκετοί μηχανισμοί με τους οποίους λειτουργούν θετικά σε μη ινσουλινοεξαρτώμενα άτομα με ΣΔ. Για αυτούς που παίρνουν σουλφονυλουρίες, μπορεί να συμβάλλουν στο να αποφύγουν την υπογλυκαιμία ενώ για όσους δεν χρησιμοποιούν σουλφονυλουρία ή φάρμακα που προκαλούν υπογλυκαιμία, μπορεί να σχετίζεται με το γεγονός ότι καταλαβαίνουν πότε το σάκχαρό τους είναι πολύ υψηλό και μπορούν να κάνουν κάτι γι’ αυτό.