/
1,686 Views0
Καφές και διαβήτης τύπου ΙΙ
Του Χάρης Δημοσθενόπουλου MmedSci.SRD
Προϊσταμένου Διαιτολογικού Τμήματος Λαικού Νοσοκομείου Αθηνών
Επιστημονικού Υπευθύνου «Κέντρου Διατροφικής Αγωγής» Αμπελοκήπων
Συμβούλου ΔΣ Επιστημονικής Εταιρείας ΕΜΠΑΚΑΝ
 
O καφές είναι μια σημαντική πηγή καφεΐνης, η οποία έχει αποδειχθεί ότι μπορεί να μειώσνει την ευαισθησία στην ινσουλίνη, αλλά επίσης έχει δυνητικά ευεργετικά αποτελέσματα στη γενικότερη υγεία. Πιο συγκεκριμένα, η κατανάλωση καφέ έχει συσχετιστεί με ένα σημαντικά χαμηλότερο κίνδυνο διαβήτη τύπου 2 διαβήτη μέσα από προοπτικές μελέτες που πραγματποιήθηκαν στις Ηνωμένες Πολιτείες (ΗΠΑ), σε χώρες της Ευρώπης και της Ασίας, την τελευταία δεκαετία.
Σε κάποιες από τις μελέτες που έχουν γίνει πάνω σε αυτό το θέμα, η πρόσληψη καφεΐνης συσχετίστηκε με τη μειωμένη ευαισθησία στην ινσουλίνη και την ανοχή της γλυκόζης. Από τις περισσότερες μελέτες φάνηκε ότι άτομα που πίνουν καφέ μακροχρόνια, έχουν λιγότερες πιθανότητες να προσβληθούν από διαβήτη τύπου 2 σε σύγκριση με άτομα που δεν πίνουν καφέ.
Έτσι, σε παλιότερη έρευνα του 2004 με 17.000 άτομα, ηλικίας από 30 έως 60 ετών, είχε φανεί ότι όσοι έπιναν τουλάχιστον 7 φλιτζάνια καφέ την ημέρα, είχαν 50% λιγότερο κίνδυνο να προσβληθούν από το διαβήτη τύπου 2, σε σύγκριση με αυτούς που έπιναν λιγότερα από 2 φλιτζάνια καφέ την ημέρα.
Επίσης μελέτη από το πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ, σε έρευνα με 41.934 άνδρες από το 1986 έως το 1998 και 84.276 γυναίκες από το 1980 έως το 1998 έδειξε ότι : Οι άνδρες που έπιναν περισσότερα από 6 φλιτζάνια κανονικού καφέ (με καφεΐνη), είχαν 50% λιγότερο κίνδυνο για να προσβληθούν από διαβήτη τύπου 2 σε σύγκριση με τους άνδρες που δεν έπιναν καθόλου καφέ, ενώ οι γυναίκες που έπιναν περισσότερα από 6 φλιτζάνια κανονικού καφέ είχαν 30% λιγότερο κίνδυνο για να προσβληθούν από διαβήτη τύπου 2 σε σύγκριση με τις γυναίκες που δεν έπιναν καθόλου καφέ.
Στη μελέτη αυτή η μείωση του κινδύνου για διαβήτη τύπου 2, συσχετιζόταν με τη συνολική ποσότητα καφεΐνης που έπαιρναν οι συμμετέχοντες, είτε από τον καφέ τους, είτε από άλλα ποτά που έπιναν και που περιείχαν καφεΐνη, ενώ έδειξεκαι ότι καφές χωρίς καφείνη δεν είχε το ίδιο αποτέλεσμα.
Μελέτη του 2009 έδειξε ότι όσοι πίνουν καφέ και τσάι διατρέχουν μειωμένο κίνδυνο να αναπτύξουν διαβήτη, σύμφωνα με την ανάλυση 18 διαφορετικών μελετών στις οποίες συμμετείχαν σχεδόν 500.000 εθελοντές. Σύμφωνα με την ανάλυση, όσοι έπιναν τρία ή τέσσερα φλιτζάνια κανονικό καφέ ή τσάι την ημέρα παρουσίασαν μειωμένο κίνδυνο για διαβήτη κατά 20% ή περισσότερο. Σε όσους, όμως, προτιμούαν τον ντεκαφεϊνέ καφέ, η αντίστοιχη μείωση είναι 33%. Κάθε επιπλέον φλιτζάνι καφέ την ημέρα πέρα από τα 3-4, μείωνε τον κίνδυνο διαβήτη κατά ένα πρόσθετο 7%. Αν και η σχέση της πρόληψης του διαβήτη και της πρόσληψης καφέ φαίνεται να είναι θετική, δεν είναι ακόμα απόλυτα εξακριβωμένος ο πιθανός μηχανισμός, μέσα από τον οποίο αναπτύσεται αυτή η σχέση. Έτσι κάποιοι από τους προτεινόμενους μηχανισμούς είναι:
1) Η καφεΐνη μπορεί να μειώσει την ευαισθησία στην ινσουλίνη μέσω του ανταγωνισμού των υποδοχέων αδενοσίνης, ή με τη διέλευση των φραγμό αίματος-εγκεφάλου και διεγείροντας την απελευθέρωση επινεφρίνης. Ωστόσο, η ανοχή σε αυτές τις επιδράσεις της καφεΐνης μπορεί να αναπτυχθεί μετά από μακροπρόθεσμη πρόσληψη.
2) Μελετητές από το UCLA πρότειναν ένα πιθανό μοριακό μηχανισμό πίσω από προστατευτική δράση του καφέ. Πιο συγκεκριμένα συσχέτισαν μια πρωτεΐνη τη sexhormonebindingglobulin (SHBG), η οποία ρυθμίζει τη βιολογική δράση των ορμονών του σώματος, την τεστοστερόνη και τα οιστρογόνα, με την ανάπτυξη του διαβήτη τύπου 2.
3) Η κατανάλωση καφέ έχει συσχετιστεί με υψηλότερες συγκεντρώσεις αντιπονεκτίνης, χαμηλότερες συγκεντρώσεις των δεικτών φλεγμονής και χαμηλότερα επίπεδα των δεικτών ηπατικής βλάβης. Σε μια πρόσφατη μη-τυχαιοποιημένη μελέτη, οι αυξήσεις στην κατανάλωση καφέ συσχετίστηκαν επίσης με αυξήσεις στα επίπεδα αντιπονεκτίνης. Τα υψηλότερα επίπεδα αντιπονεκτίνης συσχετίζονται με χαμηλότερο κίνδυνο T2DM που ενδεχομένως θα αντικατοπτρίζει αντιφλεγμονώδεις επιδράσεις της ινσουλίνης.
4) Φλεγμονώδεις δείκτες, συμπεριλαμβανομένων της ιντερλευκίνης-6 (IL-6) έχουν επίσης ενοχοποιηθεί για την ανάπτυξη της ινσουλίνο-αντίστασης.
5) Ο καφές περιέχει, πέρα από την καφεΐνη, μια πλούσια πηγή άλλων φυτοχημικών ουσιών, όπως το χλωρογενικό οξύ και η τριγονελλίνη, οι οποίες μπορεί να βελτιώσουν το μεταβολισμό της γλυκόζης με ευεργετικά αποτελέσματα για το οξειδωτικό στρες, τη γλυκονεογένεση, ορμόνες του εντέρου, ή την εντερική χλωρίδα.Επίσης, άλλεςουσίες στον καφέ, όπως το μαγνήσιο, το κάλλιο και άλλες αντιοξειδωτικές ουσίες, είναι πιθανόν ότι βελτιώνουν την ευαισθησία των κυττάρων στην ινσουλίνη απομακρύνοντας έτσι το κίνδυνο για διαβήτη.
 
Βιβλιογραφία:
1.    Salazar-Martinez E et al. Coffee Consumption and Risk for Type 2 Diabetes Mellitus, Ann Intern Med.1):1-8. (2004);140(
2.    Huxley R et al. Coffee, decaffeinated coffee, and tea consumption in relation to incident type 2 diabetes mellitus: a systematic review with meta-analysis. Arch Intern Med.2009); 22:2053-63. (
3.    Van Dam RM, Feskens EJ. Coffee consumption and risk of type 2 diabetes mellitus. Lancet. (2002); 360 (9344):1477-8.
4.    Van Dam RM, Hu FB: Coffee consumption and risk of type 2 diabetes: A systematic review.JAMA (2005); 294(1): 97-104.
5.    Kempf K et al. Effects of coffee consumption on subclinical inflammation and other risk factors for type 2 diabetes: a clinical trial. Am J Clin Nutr. (2010); 91(4):950-7.
 
Δημοσιέύτηκε στο PORTAL mednutrition.gr