/
1,537 Views0
Το λίπος είναι ένα από τα βασικά θρεπτικά συστατικά που, αν και απαραίτητο για τη διατροφή μας, συνήθως αντιμετωπίζεται σαν κάτι που είναι μόνο βλαβερό και επιζήμιο για την υγεία μας.

Αυτό βέβαια γίνεται γιατί το λίπος έχει συνδυαστεί κυρίως με την αύξηση του σωματικού βάρους, αλλά και τη συσχέτισή του με παθήσεις όπως οι καρδιοπάθειες και κάποιες μορφές καρκίνου, μάς εξηγεί ο κλινικός διαιτολόγος-διατροφολόγος κ. Χάρης Δημοσθενόπουλος.

Η αλήθεια είναι, προσθέτει, πως το λίπος χρειάζεται στη διατροφή μας και μάλιστα σε ποσοστό περίπου 30%, από το οποίο 10% να είναι κορεσμένο, 10-15% μονοακόρεστο και 10% πολυακόρεστο. Αυτό, δηλαδή, που θέλει προσοχή είναι η καταναλισκόμενη ποσότητα όσο και η μορφή του λίπους που εμείς καταναλώνουμε.

Συχνά ακούμε, λοιπόν, πως η χειρότερη μορφή λίπους είναι τα κορεσμένα λιπαρά οξέα, τα οποία βρίσκονται στο κρέας, το αβγό, τα ολόπαχα γαλακτοκομικά, το βούτυρο και την καρύδα. Είναι αυτά κυρίως τα λίπη που συνδέονται με την αύξηση της «κακής» χοληστερίνης, αλλά και την εμφάνιση στεφανιαίας νόσου.

Υπάρχει όμως και μια άλλη μορφή, λιγότερο γνωστή από την προηγούμενη, που είναι τα υδρογονωμένα λίπη ή αλλιώς τα «trans» λιπαρά οξέα.

Τι είναι τα «trans» λιπαρά οξέα και πού τα βρίσκουμε; Είναι ακόρεστα λίπη, εξηγεί ο κ. Δημοσθενόπουλος, που βρίσκουμε κυρίως σε παχιά κρέατα, σε μαργαρίνες, ολόπαχα γαλακτοκομικά και μερικώς υδρογονωμένα φυτικά έλαια, που χρησιμοποιούνται συχνά σε εστιατόρια τύπου «φαστ φουντ» για το τηγάνισμα.

Τα λιπαρά αυτά οξέα παράγονται με μία ειδική διαδικασία που περιλαμβάνει θέρμανση των φυτικών ελαίων παρουσία υδρογόνου, με αποτέλεσμα να αποκτούν την ιδιότητα να είναι σε πιο στερεή κατάσταση σε θερμοκρασία περιβάλλοντος.

Αξίζει να σημειωθεί ότι η κύρια διαφορά ανάμεσα στα κορεσμένα (κυρίως ζωικής προέλευσης) και τα ακόρεστα λίπη (κυρίως φυτικής προέλευσης) είναι ότι τα πρώτα είναι στερεά και τα δεύτερα υγρά ή ημίρευστα σε κανονικές θερμοκρασίες.

Ετσι λοιπόν τα τρανς λιπαρά οξέα δίνουν τη δυνατότητα για παραγωγή συγκεκριμένων προϊόντων όπως μαργαρίνες φυτικής προέλευσης και αρτοσκευάσματα, σε μια μορφή διαφορετική από τα άλλα λίπη της ίδιας κατηγορίας.

Η παραγωγή τους ξεκίνησε στις αρχές του 20ού αιώνα, αλλά αυξήθηκε ιδιαίτερα μετά το 1960, όπου πρωτοχρησιμοποιήθηκαν σαν υποκατάστατα ζωικών λιπών και του βουτύρου. Σήμερα έχει υπολογιστεί ότι το 4% του διαιτητικού λίπους στη δίαιτα ενός σύγχρονου Αμερικάνου και το 7% ενός Ολλανδού είναι από τρανς λιπαρά οξέα.

Ποιες είναι οι επιπτώσεις των λιπών αυτών στην υγεία μας; Τα trans λιπαρά οξέα, επισημαίνει ο κ. Δημοσθενόπουλος, έχουν «κατηγορηθεί» μέσα από πολλές αξιόπιστες επιδημιολογικές έρευνες για την αύξηση των κρουσμάτων ισχαιμικής καρδιοπάθειας τις τελευταίες δεκαετίες.

Εχει δειχθεί ότι αυτή η κατηγορία των λιπαρών οξέων μειώνει τα επίπεδα της HDL («καλή» χοληστερίνη) και αυξάνει τα επίπεδα της LDL («κακή» χοληστερίνη), σε βαθμό μεγαλύτερο από ό,τι κάνουν τα κορεσμένα λίπη.

Πολλές είναι επίσης οι δημοσιευμένες έρευνες που συνδέουν την εμφάνιση χιλιάδων περιπτώσεων πρόωρης ισχαιμικής καρδιοπάθειας με την υψηλή κατανάλωση των trans λιπαρών οξέων.

Σε μία πρόσφατη μεγάλη έρευνα, που δημοσιεύτηκε σε έγκυρο επιστημονικό περιοδικό, έγινε σύγκριση των επιπτώσεων της κατανάλωσης τρανς λιπαρών οξέων (από μπισκότα, κράκερς, γλυκά και τηγανητά φαγητά) και κορεσμένων λιπαρών οξέων (από κρέας, γαλακτοκομικά και βούτυρο).

Η έρευνα έδειξε ότι η κατανάλωση των τρανς επηρέασε πολύ δυσμενέστερα τόσο την αγγειακή λειτουργία όσο και το λόγο LDL / HDL. Αρα τα λίπη αυτά αυξάνουν περισσότερο την πιθανότητα εμφάνισης ισχαιμικής καρδιοπάθειας από ό,τι τα κορεσμένα λίπη που συνήθως προσέχουμε στη διατροφή μας και τους πίνακες με τα διατροφικά στοιχεία. Οπου βέβαια αυτά υπάρχουν.

Για το λόγο αυτό Διεθνείς Οργανισμοί Υγείας, όπως ο FDA, σε τελευταίες αναφορές τους ζητούν την αναγραφή της περιεκτικότητας των τυποποιημένων προϊόντων όχι μόνο σε συνολικό, κορεσμένο και ακόρεστο λίπος, αλλά και σε τρανς λιπαρά οξέα, ενώ συνιστούν τη σταδιακή αντικατάστασή τους από άλλα, λιγότερο βλαβερά λίπη.

Ηδη στην Ευρώπη κυκλοφορούν μαργαρίνες «trans free», οι οποίες είναι χαμηλές και σε κορεσμένα, περιορίζεται η χρήση υδρογονωμένων λιπών, ενώ όλο και περισσότεροι συνιστούν τη χρήση ελαιολάδου.

Σε μια εποχή γεμάτη από διατροφικούς κινδύνους και απειλές, καταλήγει ο κ. Δημοσθενόπουλος, ο περιορισμός των υδρογονωμένων (trans) λιπαρών οξέων είναι μία σύσταση για όλους μας, ώστε να προστατέψουμε όσο γίνεται κύριως την ομαλή λειτουργία της καρδιάς μας.

 
 
Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην ΕΛΕΥΘEΡΟΤΥΠΙΑ